Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ ΗΤΑΝ ΤΟΣΟ ΔΙΑΚΟΣ ΟΣΟ ΗΤΑΝ ΠΑΠΑΣ ΚΙ Ο ΠΑΠΑΦΛΕΣΣΑΣ


«Οι Τούρκοι συνέλαβαν τον πατέρα του Διάκου να εφοδιάζει τους ξεσηκωμένους Κλέφτες με τρόφιμα. Έτσι οδήγησαν τόσο αυτόν όσο κι έναν εκ των αδερφών του Διάκου, τον Απόστολο, στο Παντρατζίκι Φθιώτιδος, την σημερινή Υπάτη, όπου τους κρέμασαν. Κατατρομαγμένη η μάνα του Διάκου, πήγε το 12χρονο παιδί της και το εμπιστεύτηκε στους καλόγερους του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου κοντά στην Αρτοτίνα.




Πέραν όμως του φόβου της μάνας, υπήρχε και μια ακόμη σκοπιμότητα. Μετά την οικονομική καταστροφή, η χειροτονία του νεαρού Θανάση επιβάλλονταν πλέον και για λόγους βιοποριστικούς,καθώς στα μοναστήρια, λόγω των ειδικών σχέσεων που είχαν αυτά με τους Τούρκους, ζούσαν πιο άνετα σε σχέση με τους υπόλοιπους υπόδουλους Έλληνες»

Εάν ένα παιδί που παραδόθηκε σε καλόγερους στην ηλικία των 12 ετών - και μάλιστα κάτω από συνθήκες ζωής ή θανάτου - μπορεί να θεωρείται διάκος ή καλόγερος, τότε φαίνεται ότι η χριστιανική αναίδεια δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος.

Ωστόσο, η μετέπειτα πορεία του απέδειξε φυσικά, το τι μέρους του λόγου ήταν από την φύση του ο άνθρωπος. 


Καλόγερος και επαναστάτης, δεν γίνεται στον αιώνα τον άπαντα.

Το παπαδαριό δευτερόλεπτο δεν σταμάτησε να πιπιλίζει τις δυο αυτές καραμέλες, προκειμένου να τονίζει την ανύπαρκτη συμμετοχή του κλήρου στην επανάσταση του 1821.


ΠΗΓΗ

ΘΕΩΡΙΗΣ ΕΙΝΕΚΕΝ
ΓΝΩΘΙ Σ' ΑΥΤΟΝ ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ Γνώθι μαθών Ακούσις νόει Σ' αυτόν ίσθι Φρόνησιν άσκει Σοφίαν ζήτει

http://eineken.pblogs.gr/tags/epanastasi-1821-gr.html


«Καρδιά, παιδιά μου, φώναξε, παιδιά, μη φοβηθείτε

Ανδρεία, ωσάν Έλληνες, ωσάν Γραικοί σταθείτε».

Εκείνοι εφοβήθησαν κι εσκόρπισαν στους λόγκους.

Έμειν΄ ο Διάκος στη φωτιά με δεκαοχτώ λεβέντες,

Τρεις ώρες επολέμαε με δεκαοχτώ χιλιάδες,

Σχίστηκε το τουφέκι του κι εγίνηκε κομμάτια



και το σπαθί του έσυρε και στη φωτιά εμβήκεν.

Έκοψε Τούρκους άπειρους, κι εφτά Μπουλουκμπασήδες*,

Πλην το σπαδί του έσπασεν απάν΄ από τη χούφταν.

Κ΄ έπεσ΄ ο Διάκος ζωντανός εις των εχθρών τα χέρια.

Χίλιοι τον πήραν απ΄ εμπρός και δυο χιλιάδες πίσω.

Κι Ομέρ Βρυώνης μυστικά στον δρόμο τον ερώτα:

– «Γίνεσαι Τούρκος Διάκο μου, τη πίστι σου ν΄ αλλάξεις;

Να προσκυνάς εις το τζαμί, την εκκλησιά ν΄ αφήσεις»:

Κ΄ εκείνος τ΄ αποκρίθηκε και με θυμόν του λέγει:

– «Πάτε κι εσείς κ΄ η πίστις σας μουρτάτες να χαθείτε.

Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θέλ΄ αποθάνω….

Αν θέλετε χίλια φλωριά και χίλιους μαχμουτιέδες*,

Μόνον πέντ΄ έξι ημερών ζωήν να μου χαρίστε.

Όσον να φθάσ΄ ο Οδυσσεύς και ο Θανάσης Βάγιας»

Σαν τ΄ άκουσ΄ ο Χαλήλμπεης* με δάκρυα φωνάζει:

-«Χίλια πουγγιά σας δίνω ΄γω, κι ακόμα πεντακόσια,

τον Διάκο να χαλάσετε, τον φοβερό τον κλέφτη,

ότι θα σβύση τη Τουρκιά κι όλο το Δοβλέτι*».

Τον Διάκο τότε πήρανε και στο σουβλί τον βάλαν.

Ολόρθο τον εστήσανε κι αυτός χαμογελούσε.

(Μόνο σε κάποια στιγμή βλέποντας τη φύση γύρω του 

μεμψιμοίρησε:)
«Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να με πάρει

τώρα π΄ ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζ΄ η γη χορτάρι».

(Και αμέσως μετά κατελήφθη από αδάμαστη καρτερία και 

πολεμικό πάθος)

Την πίστι τους, τους ύβριζε, τους έλεγε μουρτάτες

«Εμέν΄ αν εσουβλίσετε, ένας Γραικός εχάθη,

Ας είν΄ καλά ο Οδυσσεύς κι ο καπετάν Νικήτας*.

Αυτοί θα κάψουν την Τουρκιά κι όλο σας το Δοβλέτι.»

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου